Η Αποφαση του Δικαστηριου της Χαγης στην υποθεση FYROM κατα Ελλαδας

Δημοσιεύθηκε Δευτέρα, 09/07/2012 σε Ελλάδα www.newsit.gr

Στις 5 Δεκεμβρίου 2011 εκδόθηκε από το Διεθνές Δικαστήριο των Ηνωμένων Εθνών, που εδρεύει στη Χάγη, η απόφαση επί της Υπόθεσης της πρώην Γιουγκοσλαβίας Δη­μοκρατία της Μακεδονία (FYROM) κατά της Ελλάδας. Η Υπόθεση αυτή, υπό μορφή δικαστικής εμπλοκής, εντάσσεται στα πλαίσια της μακράς αντιδικίας των δύο κρατών. Υπενθυμίζεται ότι η FYROM ήταν μία από τις έξι ομόσπονδες σοσιαλιστικές δημοκρατίες της πρώην Γιουγκοσλαβίας που διαμελίσθησαν το 1991 και η οποία έκανε αίτηση ένταξης στα Ηνωμένα Έθνη με τη συνταγματική της ονομασία «Republic of Macedonian». Η Ελλά­δα διαμαρτυρήθηκε για τη χρήση της ανωτέ­ρω ονομασίας, καθώς, μεταξύ άλλων, ο όρος αυτός προσδιορίζει γεωγραφικά μια ολόκλη­ρη περιοχή της Ν.Α. Ευρώπης, μεγάλο μέρος της οποίας ανήκει στην Ελληνική επικράτεια, αλλά και σε τρίτα Κράτη. Η Ελλάδα επίσης δι­αμαρτυρήθηκε και στην Ευρωπαϊκή Ένωση για τους ίδιους λόγους. Στις 7 Απριλίου 1993, το Συμβούλιο Ασφάλειας εξέδωσε το Ψήφι­σμα με αριθμ. 817, με το οποίο πρότεινε την ένταξη της FYROM με αυτή την προσωρινή της ονομασία και κάλεσε τα μέρη να επιλύ­σουν τη διαφορά σχετικά με την ονομασία με ειρηνικό τρόπο, πράγμα που επανέλαβε στο Ψήφισμα 845/1993. Η FYROM έγινε πλήρες μέλος των Η.Ε. και άλλων ειδικευμένων οργανισμών του συστήματος των Η.Ε. με την προσωρινή της ονομασία, ενώ λόγω της μη εξεύρεσης μιας κοινώς αποδεκτής λύσης, η Ελλάδα προέβη επίσημα στις 16 Φεβρουα­ρίου 1994 στη λήψη μιας σειράς εμπορικών αντιμέτρων εναντίον της FYROM.

Σημειω­τέον ότι η Ελλάδα δικαιώθηκε από το Δικα­στήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (υπόθ. C-120/94) σε προσφυγή της Επιτροπής εναντίον της. Στις 13 Σεπτεμβρίου 1995, τα δύο Κράτη υπέ­γραψαν την «Ενδιάμεση Συμφωνία», με την οποίαν συνήψαν διπλωματία σχέσεις και αποφάσισαν να συνεχίσουν τις διπλωματι­κές προσπάθειες για εξεύρεση μιας κοινώς αποδεκτής λύσης σχετικά με το όνομα στο πλαίσιο των προαναφερθέντων Ψηφισμά­των του Συμβουλίου Ασφαλείας. Η εν λόγω Συμφωνία περιείχε τις εξής, μεταξύ άλλων, ενδιαφέρουσες διατάξεις: πρώτον, η διάτα­ξη του άρθρου 11 παρ. 1 προέβλεπε ότι η Ελλάδα συμφωνούσε να μην «διατυπώσει αντίρρηση» («not to object») σε αίτηση της FYROM για ένταξη της σε διεθνή οργανισμό, στον οποίο είναι μέλος η Ελλάδα, υπό την προϋπόθεση ότι η FYROM θα αναφέρεται στον οργανισμό αυτό με την προσωρινή της ονομασία. Επίσης, το άρθρο 21 παρ. 2 ανέ­φερε ότι κάθε διαφορά που ενδεχομένως θα ανακύψει μεταξύ των μερών σε σχέση με την ερμηνεία ή εφαρμογή της Συμφωνίας θα μπορεί να υποβληθεί από το ένα ή το άλλο μέρος στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, εκτός αν πρόκειται για διαφορά σχετικά με το άρθρο 5, ήτοι για τη διάταξη περί των δι­απραγματεύσεων γύρω από την ονομασία. Τέλος, το πλέον παράδοξο γεγονός ήταν ότι τα μέρη της Συμφωνίας δεν αναφέρονταν με την ονομασία τους εντός της Συμφωνίας, αλλά με το προσδιορισμό «Party of the First Part» και «Party of the Second Part».

Είναι γνωστό ότι μετά την υπογραφή της Ενδιάμεσης Συμφωνίας και μέχρι σήμερα δεν σημειώθηκε καμία ουσιαστική πρόοδος σε σχέση με την εξεύρεση λύσης αναφορικά με την ονομασία, παρά και την προσπάθεια των Ειδικών Απεσταλμένων του Γενικού Γραμμα­τέα των Ηνωμένων Εθνών. Μάλιστα, ενώ η Ελλάδα υποχώρησε ως προς τις  πρωταρχικές της θέσεις, η πλευρά των Σκοπίων παρέμεινε άκαμπτη στην πλήρη αναγνώριση της συνταγματικής της ονομασίας, ενώ προέβη και σε άλλες κινήσεις αλυτρωτικού χαρακτήρα. Στο πλαίσιο αυτό, η Ελλάδα διατύπωσε τις σχετικές θέσεις της στη Σύνοδο Κορυφής του NATO στις 2 και 3 Απριλίου 2008 στο Βου­κουρέστι, Σύνοδο κατά την οποία εξετάστηκε και απερρίφθη ομοφώνως η αίτηση ένταξης της FYROM, ενώ στο σχετικό Κοινό Ανακοι­νωθέν σημειώθηκε ότι πρόσκληση ένταξης της FYROM στο Βορειοατλαντικό Σύμφωνο θα ακολουθήσει μόνο όταν βρεθεί μια κοινή αποδεκτή λύση στο ζήτημα του ονόματος.

Στις 17 Νοεμβρίου 2008 η FYROM προσέ­φυγε εναντίον της Ελλάδας ενώπιον του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης με αίτημα, πρώτον, να καταγνωστεί η παραβίαση εκ μέρους της Ελλάδος του άρθρου 11 (1) της Συμφωνίας και, δεύτερον, να εκδώσει το Δικαστήριο απόφαση που να αναγκάζει ρητά την Ελλάδα να αποστεί από κάθε μελλοντική παραβίαση των υποχρεώσεων της βάσει της ανωτέρω διάταξης. Με άλλα λόγια η υπόθεση αυτή καθεαυτή αφορούσε στην ερ­μηνεία του άρθρου 11 της Ενδιάμεσης Συμ­φωνία της 13ns Σεπτεμβρίου 1995 μεταξύ των δύο Κρατών, η οποία προέβλεπε ότι η Ελλάδα δεν θα φέρει αντίρρηση σε ενδεχό­μενη αίτηση ένταξε της FYROM σε διεθνή οργανισμό υπό την προσωρινή της ονομα­σία. Τελικά το Δικαστήριο απεφάνθη ότι όντως η Ελλάδα παραβίασε την εν λόγω Συμφωνία, αλλά απέρριψε το αίτημα της FYROM για ρη­τή καταδίκη της Ελλάδας σε «μη επανάληψη της παραβίασης» σε ενδεχόμενες νέες αιτήσεις ένταξής της στο NATO και στην Ευρω­παϊκή Ένωση.

(Διεξοδικά ως προς την απόφαση, την αξιολόγησή της και τη Διαφωνούσα Θέση του Δικαστή Ad Hoc Ρούκουνα, βλ. Ευθύμιος Παπασταυρίδης, Συνήγορος, εκδ. Νομική Βιβλιοθήκη, τ. 90, σελ. 42 επ.).