Σήμερα, πολύς λόγος γίνεται για τη δυνατότητα ενός ποδοσφαιρικού ιδρυτικού σωματείου να συστήσει νέα ΠΑΕ, διαρκούσης της εκκαθάρισης της προηγούμενης ΠΑΕ που υποβιβάστηκε σε ερασιτεχνική κατηγορία [και έτσι ετέθη εκ του νόμου υπό καθεστώς εκκαθάρισης]. Η πρόσφατη σύσταση από το ιδρυτικό σωματείο «ΑΘΛΗΤΙΚΗ ΕΝΩΣΗ ΛΑΡΙΣΑΣ 1964» νέας ΠΑΕ, με την επωνυμία «ΑΘΛΗΤΙΚΗ ΕΝΩΣΗ ΛΑΡΙΣΑΣ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΙΚΗ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ», προκειμένου να συμμετάσχει στο πρωτάθλημα της Football League, η αγωνία των θεσμικών παραγόντων του ΑΣ ΑΡΗΣ για το αγωνιστικό πεπρωμένο 
της ομάδας, μετά την εξασφάλιση του αγωνιστικού προβιβασμού της στην επαγγελματική κατηγορία της Football League και το ενδιαφέρον και άλλων ερασιτεχνικών σωματείων ή ΠΑΕ – μελών της Football League για την ερμηνεία του άρθρου 111 του Ν. 2725/1999, προκάλεσαν ενδιαφέροντα νομικά ζητήματα που σχετίζονται με την εφαρμογή του άρθρου αυτού [111] (§3) του Ν. 2725/1999.
Υπαίτια παραβίαση αυτών που επέφερε αιτιωδώς ζημία τρίτου γεννά αξίωση του τελευταίου για αποζημίωση ένεκα αδικοπραξίας. Επιμέρους εκφάνσεις ιατρικής αμέλειας. Λόγοι απαλλαγής του ιατρού από την ευθύνη. Η άνω ευθύνη μπορεί να εδράζει και στις διατάξεις του Ν. 2251/1994 «Περί Προστασίας Καταναλωτή». Προϋποθέσεις ευθύνης προς αποζημίωση σε βάρος του παρόχου υπηρεσιών κατά το άνω νομοθέτημα. Κατανομή βάρους απόδειξης ισχυρισμών στα πλαίσια τεκμηρίου συνδρομής υπαιτιότητας του προμηθευτή. Χρόνος παραγραφής εκάστης των άνω αξιώσεων ανά περίπτωση.
Αγωγή αναγνώρισης του προσβαλλόμενου με την ανακριβή εγγραφή δικαιώματος και διόρθωσης της πρώτης εγγραφής. Περιεχόμενο. Εφόσον αντικείμενο της δίκης είναι όλο το ακίνητο - γεωτεμάχιο, όπως αποτυπώθηκε στο κτηματολογικό διάγραμμα, το οποίο και επισυνάπτεται στην αγωγή και όχι τμήμα του, αρκεί η αναφορά του ΚΑΕΚ, χωρίς να απαιτείται θέση, σύνορα, εμβαδόν, πλευρικές διαστάσεις ή τυχόν επισύναψη τοπογραφικού διαγράμματος, όπως απαιτείται στις λοιπές εμπράγματες αγωγές για τον προσδιορισμό της ταυτότητας του επιδίκου.
Εξ άλλου, σύμφωνα με τα διδασκόμενα από τη θεωρία, και μάλιστα από τον ίδιο τον τελικό συντάκτη του Κώδικα [1], η έννοια σε αυτόν της «ενοχής» (άρθρο 287 ΑΚ), ταυτίζεται με εκείνη της «obligatio» του προϊσχύσαντος ρωμαϊκού δικαίου, ήτοι του ενοχικού δεσμού μεταξύ δανειστή και οφειλέτη, από τον οποίο προκύπτει ύπαρξη από τη μια πλευρά ενοχικού δικαιώματος και από την άλλη υποχρέωσης, κι ότι συνεπώς ο όρος αυτός (ενοχή) θα πρέπει να διακρίνεται από εκείνον της «ενοχικής σχέσης», του οποίου γίνεται χρήση ενίοτε στον Κώδικα, και που είναι έννοια ευρύτερη της ενοχής, με τον οποίο νοείται η όλη σύμβαση, κι ότι η διάκριση αυτή καταφαίνεται στη γένεση, μεταβίβαση, παραγραφή και εν γένει απόσβεση των ενοχών [2].
Δεν αρκεί γενικά η χρονολογία αλλά πρέπει να προκύπτει η ημέρα, ο μήνας και το έτος. Μη αναγραφή στη διαθήκη της ημέρας σύνταξής της, ο μήνας και το έτος δεν αρκούν, εκτός αν το στοιχείο που λείπει μπορεί να αναπληρωθεί από το περιεχόμενο της διαθήκης ή σε συνάρτηση με άλλα στοιχεία, τα οποία πρέπει να αποδειχθούν και λαμβάνονται υπόψη προς αποσαφήνιση εκείνων που είτε αναφέρονται ως προς τη χρονολογία είτε συνάγονται από τη διαθήκη. Άκυρη η διαθήκη επειδή είναι ελλιπής ως προς την ημερομηνία. Απορρίπτει.
Scroll to Top