Σύμφωνα με τα οριζόμενα στο παραπάνω άρθρο 453 ΑΚ, «όταν οι ιδιότητες δανειστή και οφειλέτη ενωθούν στο ίδιο πρόσωπο, επέρχεται απόσβεση της ενοχής με σύγχυση. Η ενοχή αναβιώνει μόλις πάψει να υπάρχει η ένωση αυτή».

Εξ άλλου, σύμφωνα με τα διδασκόμενα από τη θεωρία, και μάλιστα από τον ίδιο τον τελικό συντάκτη του Κώδικα [1], η έννοια σε αυτόν της «ενοχής» (άρθρο 287 ΑΚ), ταυτίζεται με εκείνη της «obligatio» του προϊσχύσαντος ρωμαϊκού δικαίου, ήτοι του ενοχικού δεσμού μεταξύ δανειστή και οφειλέτη, από τον οποίο προκύπτει ύπαρξη από τη μια πλευρά ενοχικού δικαιώματος και από την άλλη υποχρέωσης, κι ότι συνεπώς ο όρος αυτός (ενοχή) θα πρέπει να διακρίνεται από εκείνον της «ενοχικής σχέσης», του οποίου γίνεται χρήση ενίοτε στον Κώδικα, και που είναι έννοια ευρύτερη της ενοχής, με τον οποίο νοείται η όλη σύμβαση, κι ότι η διάκριση αυτή καταφαίνεται στη γένεση, μεταβίβαση, παραγραφή και εν γένει απόσβεση των ενοχών [2].

[1] Βλ. Μπαλή, Ενοχ. Δίκ., παρ. 1, 133 και 146-147, Γεν. Αρχ., παρ. 23.
[2] Ο ίδιος, Ενοχ. Δίκ., παρ. 1.

Scroll to Top